- Project Runeberg -  Svenskt-grekiskt lexikon /
446

(1862) [MARC] Author: Carl Wilhelm Linder, Carl August Walberg - Tema: Dictionaries
Table of Contents / Innehåll | << Previous | Next >>
  Project Runeberg | Catalog | Recent Changes | Donate | Comments? |   

Full resolution (TIFF) - On this page / på denna sida - T - Tillackordera ...

scanned image

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Below is the raw OCR text from the above scanned image. Do you see an error? Proofread the page now!
Här nedan syns maskintolkade texten från faksimilbilden ovan. Ser du något fel? Korrekturläs sidan nu!

This page has never been proofread. / Denna sida har aldrig korrekturlästs.

446

Tillackordera — Tillhakas tå.

yttersta, βϊς τό ϊσχατον.: t. det minsta, se
Åtminstone.: t o. med 30 år, μέχρι τών τριάκοντα
έτών.: fem t. (=à)sex, πέντε ή εξ. — t. ο. med
(ss. stegring), καί (m. efterföljande negat., ουδέ,
μηδέ). 3) vid stället hrest ngt sker: έν m. dat.
κατά m. acc.: t. sjös, lands, sängs etc., se d. oo.
4) vid tillståndet hri ngt Öfvergår: εϊς m. acc. t.
ex. förvandla ngt t. ngt, μεταβάλλειν, άλλάττειν
τι εις τ*.: kasta om fr. ngt t. ngt, μεταβάλλειν
εκ τινοί εις τι. Vid υν. "göra", "välja",
"utnämna" ο. d. användes i Grek. prædikats-acc. 1.
nom. t. ex. utnämna ngn t. fältherre,
άποδείξα-σ&αί τινα στρατηγόν.: han valdes till konung,
ρρέ&η βασιλεύς.: göra ngn t. sin vän, ποιεϊα&αί
τινα ψίλον.: taga ngn t. hustru, άγεσ&αί τινα
γυναίκα.: insätta ngn t. arfvinge, κα&ιστάναι τινά
χληρονόμον. — en odugling, drummel t. karl,
φαυλότατος, φορτικώτατος άνήρ. φαύλον,
φορ-τικόν χρήμα άνθ-ρώπου. 5) vid ändamål: efr|,
7i£o’ff, έπί m. acc. äfv. έπί m. dat.: begagna ngt
t· ngt, χρήσ&αί τινι εις, πρός, έπί τι.: använda
ngt t. sin fördel, εις τό ίδιον κατα&έσ&αι τι.:
rusta sig t. ngt, παρασκευάζεσαι πρός, έπί τι,
ώς έπί τι, ώ$· ποιήσοντά τι.: vara tillräcklig t.
ngt, άρκείν, ικανόν εϊναι πρός τι.’, bjuda ngn t.
måltid, καλεϊν τινα έπί δεϊπνον.: vägen t.
döden, ή έπί d-ανάτω οδός.: t. nytta, έπ1 άγα&ω.
έπ * ωφελεία, έπί κέρδει.: t. skada, έπί βλάβρ. έπί
ζημία, έπί κακώ.: t. bästa, exempel, hjelp, viljes
etc., se subst.: t. den ändan att, έπί τω 1. πρός,
έπί τό m. inf., se Att II, 2).: t. att, m. bl.
inf. — b) vid följd, resultat.: stundom gm dat.
vanl. gm omskr.: t. din lycka, tjj σρ ευδαιμονία.
τω σώ άγα&ώ.: t. sin stora olycka, μέγιστον
κακόν αύ τώ. ώς μήποτ* ώφελεν. ώς ούκ έδει·: t. min
glädje, bedröfvelse, förundran såg jag etc.,
ή-δόμένος, λυπούμένος, &αυμάζων εϊδον.: t. min
fägnad, ledsnad infunno sig alla, άσμένω,
άχ&ο-μένψ μοι πάντες παρεγένοντο. — arbeta sig t.
förmögenhet, sjukdom, έργαζόμενον 1. πονονντα
ούσίαν, νόσον κτάσ&αι. 6) vid d. aflägsnare
objektet f. en handling: πρός m. acc. oftast bl.
dat.: tala, skrifva t. ngn, λέγειν γράφειν τινί 1.
πρός τινα.: säga, skrifva t. ngn ngt, λέγειν,
έπι-στελλειν τινί τι.: tala t. folket, λέγειν πρός τόν
δήμον, äfv. έν τώ δήμω.: bedja till gudarne,
εύ-χεσ&αι τοϊς &εοϊς 1. προ? τούς &εούς. — svara,
tiga t. ngt, άποκρίνεσ&αι, σιωπαν πρός τι.: säga
ja, nej t. ngt, se d. oo. 7) vid det, hrtill ngt
lägges, kommer: έπί m. dat. πρός m. dat. (äfv.
obs.).: t. det sagda foga, tillägga ngt, πρός τοις
εϊρημενοις λέγειν τι.: en stor krigshär t. den han
förut hade, στράτευμα πολύ πρός ω προσ&εν
εΐ-χεν.: fyra t. sex, τετταρα έπί τοις Ιξ.: t. allt dta,
έπί πάσι τούτοις.: t. dta kommer, πρός δέ (χαί).
(προσ)έτι δέ. τούτοις έπιγίγνεται.: 90 talenter ο.
litet t., τάλαντα ένενήκοντα καί μικρόν τι πρός.:
i dag 8 dar t., ένάτην ήμέραν.: det gör hrken
t. 1. ifrån , ούδέν διαφέρει. — Jfr Dessutom. 8)
vid det m. hänsyn hrpå en egenskap tillägges ett
subj.: bl. gm acc. stundom dat.: t. kroppen svag
men t. själen stark, τό μέν σώμα άσ&ενής τήν δέ
ψνχήν Ισχυρός.: han var t. börden en Lyder,
γένει 1. γένος Αυδός ήν.: huru är han t. helsan, πώς
εχει τού σώιιατος 1. τό σώμα. jfr Anseende 3).
— Se f. öfr. de ord m. lika dna præp. är
konstruerad o. de följ. eompp.

Tillackordera sig, συντί&εσ&αι (af ngn,
τινί) (παρα)λήψεσβ·αί τι. πρίασ&αι (köpa).

Tillaga, se Anrätta, Tillrusta.

Tillandning, πρόσχωσις, ή. πρόσχωμα, τό.

Tillbaka, πάλιν, έμπαλιν. εις τουμπαλιν.
οπίσω. εϊς τούπίσω. άνά πόδα. Jfr Baklänges,
ofta gm smnsättningar m. άνά 1. άπό, stundom
άντί. t. ex. löpa t., οπίσω 1. τουμπαλιν &εϊν 1.
τρέχειν. (έπ)ανατρέχειν. άνα&εϊν. παλινδρομεϊν.:
vara t., έπανεληλυ&έναι. έπανήκειν. άφϊχ&αι
πα-ραγενέσ&αι πάλιν.: skrifva t., άντιγράφειν.
άντε-πιστέλλειν. — Se vidare nedanf. ο. de under Åter
upptagna ord.

Tillbakabäfva, έκπεπληγμένον άποστήναι.
f. ngt, άποδειλιάν πρός τι. (κατ)οκνείν τι 1. m. inf

Tillbakaböja, άνακάμπτειν. ανακλά v.
άνα-κλίνειν (med., b. sig t., äfv. άνακάμπτειν).

Tillbakadraga, 1) tr., άνασπάν. άνελκειν.
άν&έλκειν. άνάγειν, ύπάγειν (t. ex. τήν χείρα).:
foten, άναφέρειν τόν πόδα.: fig., sin hand fr.
ngn, προλείπειν, προδιδόναι, έάν τινα.: ton,
accent, άναβιβάζειν τόν τόνον. 2) refl., a) eg.,
αναχωρείν (εις τούπίσω 1. πάλιν), έπαναχωρεϊν.
ύποχωρεϊν. άνάγειν, άπιέναι οπίσω.: långsamt,
ύπάγειν.: i god ordning, έπί πόδα άναχωρεϊν. b)
teg., fr. ett göromål, άναχωρεϊν έκ τίνος,
άφί-στασ&αί τίνος, χαίρειν έάν τι.: f. ett företag,
α-ναδύεσβ·αι.: fr. alla ärenden, άναχωρεϊν έκ
πραγμάτων. υποστέλλεσ&αι. άπράγμονα γίγνεσΐϊαι.
σχολάσαι.: fr. ngn, τήν συνουσίαν τινός
άπολείπειν. μηκέτι προσφοιτάν τινι. άπέχεσ&αί τίνος,
— tillbakadragen, άπράγμων, 2 (fr.
offentliga göromål), ευλαβής, 2 (försigtig), χρυψίνους,
2 (inbunden).

Tillbakadragenhet, άναχώρησις, ή.
έρη-μία, ή.: fr. offentliga göromål, άπραγμοσννη, ή.

Tillbakadrifva, άπ ελαύνειν. άπω&εϊν.
πα-ρω&εϊν. άναστέλλειν. συστέλλειν. Jfr
Tillbaka-slå.

Tillbakadrifning, άπελασία, ή. άπωσμός,
ό. τροπή , ή.

Tillbakafara, seÅterfara, Återetudsa.:
af förskräckelse, έκπλήττεσ&αι. f. ngt, έκπλαγέντα
άφίστασ&αι 1. άπέχεσ&αί τίνος, όρρωδεϊν τι.

Tillbakafly, απόφευγε ιν. οπίσω φεύγειν.

Tillbakasta, se Återkasta, Tillbakaslå.

Tillbakalut a, άνακλίνειν.: sig, άνακλίνβσ&αι.

Tillbakarysa, (κατ)ορρωδεϊv, έκπειιλήχ&αί τι.

Tillbakase, άφοράν 1. άποβλέπειν πρός 1.
εις τι.

Tillbakaskjuta, άποκινεϊν. άπω&εϊν.: t.
rigeln, se d. ο.: m. pilar, άντιτοξεύειν.

Tillbakaskrida, ini πόδα άναχωρεϊν.
βραδέως βαδίζειν εϊς τούπίσω.

Tillbakaslunga, σφενδονάν, ρίπτειν εϊς
τούπίσω. άντιστρέφειν.

Tillbakaslå, en fiende, άηω&εϊσ&αι.
άηο-χρούεσ&αι.. άπομάχεσβ-αι τρεψασ&αι, τ ροπήν
τίνος ποεϊν. άμύνεσ&αι. άναστέλλειν. άνακόπτειν.
άποκόπτειν.: klädnaden, άναπτύσσειν.
άναστέλλειν.: t. manteln, διακαλύπτεσ&αι τό Ιμάτιον.

Tillbakastå, f. ngn i ngt, άπ ολείπεσ&αί τινός
τινι. ύστερον, δεύτερον εϊναί τινός τινι. ήττω
εϊναι, ήττάσ&αί τινός τι 1. κατά τι 1. part.
μειο-νεκτεϊν, μειούσ&αί τίνος, ίνδεεστέρως έχειν τινός
περί τι.: icke t. f. ngn, ούδενός δεύτερον 1. έλάττω
εϊναι.: i antal, mängd t. f. ngn, άποδίϊν τίνος

<< prev. page << föreg. sida <<     >> nästa sida >> next page >>


Project Runeberg, Mon Dec 11 23:30:58 2023 (aronsson) (download) << Previous Next >>
https://runeberg.org/svegrek/0450.html

Valid HTML 4.0! All our files are DRM-free